Η Διαύγεια: Ελλιπής ή λανθασμένη καταχώριση μεταδεδομένων

Εικόνα1

 

Τα ανοικτά δημόσια δεδομένα  είναι σε όλον τον αναπτυγμένο κόσμο σύμμαχοι του πολίτη και της επιχειρηματικότητας, αφού ενισχύουν τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Σε αυτά περιλαμβάνονται σύνολα δεδομένων όπως το κτηματολόγιο, τα δημογραφικά στοιχεία, οι δημόσιες δαπάνες, οι αποφάσεις των δικαστηρίων, οι δημόσιες συμβάσεις κ.ά.

Εφόσον παρέχονται, δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε ενδιαφερόμενο να έχει σε πραγματικό χρόνο ελεύθερη διαδικτυακή πρόσβαση σε ανιχνεύσιμα, επεξεργάσιμα και μηχαναγνώσιμα στοιχεία ώστε να βρει κάτι πολύ συγκεκριμένο που ψάχνει (π.χ. τον ΑΦΜ μίας εταιρείας), αλλά και το αντίστροφο: να εντοπίσει, θέτοντας τα κατάλληλα ερωτήματα, κάτι που δεν ήξερε ότι υπάρχει, όπως για παράδειγμα τον δήμο που κάνει τις μεγαλύτερες σπατάλες, τα χρήματα που έχει πάρει μία συγκεκριμένη εταιρεία από δημόσια έργα κ.ά.

Παρότι στην Ελλάδα υπάρχει το σχετικό θεσμικό πλαίσιο, η έλλειψη κεντρικής πολιτικής βούλησης και η απροθυμία μεγάλων διοικητικών σχηματισμών, όπως τα υπουργεία, να υιοθετήσουν θεμελιώδη στοιχεία κουλτούρας ανοικτής διακυβέρνησης, καθιστά πλημμελή και αποσπασματική την παροχή πραγματικά ανοικτών δεδομένων στη χώρα μας.

Η Διαύγεια

Η Διαύγεια ήταν και παραμένει ένα πρωτοποριακό σύστημα, διότι πέρα από τις προηγμένες τεχνικές λειτουργίες της (όπως το μοναδικό URL κάθε απόφασης), σχεδόν καμία απόφαση δημόσιου φορέα δεν είναι έγκυρη/νόμιμη αν δεν έχει δημοσιευθεί εκεί. Ωστόσο, πολλές φορές ο ανθρώπινος παράγοντας που μεσολαβεί –στη συντριπτική πλειονότητα των φορέων, η ανάρτηση των πράξεων γίνεται χειροκίνητα– είτε από απροσεξία είτε εσκεμμένα, θολώνει τη διαφάνεια του συστήματος. Τα πιο χαρακτηριστικά προβλήματα που έχουν εντοπιστεί είναι τα εξής:

  • Ελλιπής ή λανθασμένη καταχώριση μεταδεδομένων

Τα μεταδεδομένα είναι τα στοιχεία που προηγούνται του αρχείου της απόφασης, πρόκειται επί της ουσίας για μία καρτέλα η οποία εκτός από το pdf περιέχει το είδος της απόφασης (π.χ. έγκριση δαπάνης, ανάληψη υποχρέωσης, οριστικοποίηση πληρωμής), το θέμα (π.χ. χρηματικό ένταλμα πληρωμής), τις θεματικές κατηγορίες (π.χ. οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές) το ποσό, τα στοιχεία των αναδόχων ή των δικαιούχων και άλλα δεδομένα ανάλογα με το είδος της απόφασης. Η σωστή καταχώριση των μεταδεδομένων λοιπόν, είναι σημαντική προκειμένου να μπορούν οι συγκεκριμένες αποφάσεις να ανευρεθούν, όταν κανείς τις αναζητά. Αν δεν μπορούν να βρεθούν, είναι σαν να μην υπάρχουν στο σύστημα.

«Όταν μία πληροφορία βρίσκεται μόνο στο pdf της απόφασης, όχι και στα μεταδεδομένα, τότε δεν μπορώ να την βρω αν θέσω ένα ερώτημα με τον δικό μου τρόπο. Για παράδειγμα, θα μπορούσα να αναζητήσω όλες τις πληρωμές που έχουν γίνει στην εταιρεία Χ ή στο Ψ φυσικό πρόσωπο, όμως αν τα στοιχεία δεν υπάρχουν στα μεταδεδομένα τότε δεν μπορώ να τα αναζητήσω ούτε να αθροίσω. Άρα επί της ουσίας ακυρώνεται η αναζήτηση»., λέει ο Μιχάλης Βαφόπουλος ερευνητής στο Εργαστήριο Τεχνολογίας Γνώσεων και Λογισμικού του «Δημόκριτου» και υπεύθυνος του Open Data Institute στην Αθήνα.

Ο Βαφόπουλος ξεκίνησε το 2012 την πρωτοβουλία PublicSpending.net, που διασυνδέει και αναλύει τις δημόσιες δαπάνες στην Ελλάδα και σε διεθνές επίπεδο. «Εκεί ανακαλύψαμε πάρα πολλά λάθη (σ.σ. στη Διαύγεια) και σταδιακά εντοπίσαμε πάρα πολλούς φορείς, που είτε εσκεμμένα είτε χωρίς πρόθεση, βάζουν σε λάθος κατηγορία τις αποφάσεις τους. Για παράδειγμα υπάρχουν οικονομικές αποφάσεις για μεγάλα έργα που έχουν μπει στις “λοιπές αποφάσεις”, ή σε είδος απόφασης που δεν είναι υποχρεωτικό να καταχωρηθεί το ποσό, ο ανάδοχος ή ο δικαιούχος. Επίσης, υπάρχουν πάρα πολλές αποφάσεις στις οποίες κατά λάθος έχουν πληκτρολογήσει τον κωδικό της πληρωμής στο πεδίο του ποσού, έτσι μία πληρωμή αντί για 50 ευρώ εμφανίζεται να είναι π.χ. 800 ευρώ. Επίσης στη Διαύγεια πολλές φορές υπάρχουν ΑΦΜ αναδόχων ή δικαιούχων που δεν ισχύουν, είναι λάθος, αποτελούνται από οχτώ ψηφία, ή μόνο μηδενικά ή εννιάρια».

Σύμφωνα με τον Θόδωρο Καρούνο, αντιπρόεδρο του Οργανισμού Ανοιχτών Τεχνολογιών (ΕΕΛΛΑΚ), ο οποίος συμμετείχε στην ομάδα που σχεδίασε το πρόγραμμα «Διαύγεια», «από τη στιγμή που η ανάρτηση των αποφάσεων γίνεται με το χέρι, υπάρχει πάντα η πιθανότητα να γίνει λάθος. Για να γίνει σωστά θα πρέπει να φτιαχτεί μία «διεπαφή» (ένα Application Program Interface, το οποίο επιτρέπει σε ένα πρόγραμμα να “μιλάει” με ένα άλλο), ώστε η ανάρτηση να γίνεται αυτόματα. Οι πιο πολλοί οργανισμοί του Δημοσίου διαθέτουν πληροφοριακά συστήματα, είτε για το λογιστήριό τους, είτε για το πρωτόκολλό τους. Ο σωστός τρόπος θα ήταν η ανάρτηση να γίνεται μέσα από το πληροφοριακό τους σύστημα. Δηλαδή, μόλις χαρακτηριστεί μία απόφαση αναρτητέα, ο χειριστής να επιλέγει “Ανάρτηση στη Διαύγεια” και η πράξη να αναρτάται αυτόματα, χωρίς να μεσολαβεί ανθρώπινο χέρι. Επίσης είχαμε προτείνει τα μεταδεδομένα να είναι μέρος της απόφασης, δηλαδή να μην είναι νόμιμη αν τα στοιχεία αυτά δεν είναι σωστά».

Ο Μιχάλης Βαφόπουλος συμφωνεί: «δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για λάθη στη Διαύγεια, αφού θα μπορούσαν πάρα πολύ απλά και με πολύ χαμηλό κόστος να κάνουν αυτόματη ανάρτηση». Άλλα προβλήματα είναι τα εξής:

«Είτε από τεμπελιά, είτε από δόλο, αναρτούν μία λίστα με πληρωμές σε πολλά πρόσωπα, ενώ θα έπρεπε να καταχωρήσουν μία-μία τις πληρωμές ανά ποσό, ΑΦΜ και πρόσωπο», αναφέρει ο Μιχάλης Βαφόπουλος. Σύμφωνα με τον Θόδωρο Καρούνο, «αυτό παρατηρείται πιο συχνά σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου και όχι σε φορείς του στενού Δημοσίου». Επίσης υπάρχουν φορείς που εκδίδουν πολύ συνοπτικές αποφάσεις, χωρίς τις απαραίτητες λεπτομέρειες στο περιεχόμενο του κειμένου.

  • Εξαιρέσεις ορισμένων φορέων ή αποφάσεων από την υποχρέωση ανάρτησης

Στο άρθρο 2 του (επικαιροποιημένου) νόμου 3861/2010 με τον οποίο θεσμοθετήθηκε το πρόγραμμα «Διαύγεια», υπάρχει αναφορά στους φορείς που έχουν υποχρέωση να αναρτούν τις αποφάσεις τους και λίστα με τις πράξεις που πρέπει να αναρτώνται. Από την υποχρέωση εξαιρείται κάθε πράξη, «η δημοσιοποίηση της οποίας προκαλεί βλάβη στην εθνική άμυνα και ασφάλεια της χώρας» (όπως π.χ. οι κανονιστικές πράξεις που αφορούν την οργάνωση, διάρθρωση, σύνθεση, διάταξη, εφοδιασμό και εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων). Επίσης «δεν αναρτώνται πράξεις, στις οποίες περιλαμβάνονται ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (όπως είναι π.χ. τα πολιτικά φρονήματα, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις κ.ά).

Το συγκεκριμένο άρθρο 2, αν και σαφές στη διατύπωση, όπως έχει φανεί στην πράξη αφήνει ένα ανοικτό παράθυρο για πρόσθετες εξαιρέσεις, καθώς επιδέχεται νομικής ερμηνείας, το οποίο σημαίνει ότι έμπειροι νομικοί μπορεί να ερμηνεύσουν ότι μία απόφαση δεν εμπίπτει στις διατάξεις του νόμου, άρα δεν χρειάζεται να δημοσιευθεί στη Διαύγεια.

Υπάρχουν επίσης κάποιοι φορείς που έχουν ερμηνεύσει έτσι τον νόμο, ώστε να θεωρούν ότι εξαιρούνται πλήρως, όπως π.χ. το ΤΑΙΠΕΔ, που μέσω του ιδρυτικού του νόμου (3986/2011) έχει εξαιρεθεί από την υποχρέωση ανάρτησης των πράξεών του στη Διαύγεια.  Η ΕΕΛΛΑΚ είχε προτείνει να καταργηθούν όλες οι εξαιρέσεις στο άρθρο 2 και να μείνουν σε ισχύ μόνο αυτές που αφορούν στην εθνική ασφάλεια και τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση πεπραγμένων έτους 2013 του Σώματος Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, σε έλεγχο που διενεργήθηκε σε 19 δημόσιες υπηρεσίες και φορείς με αντικείμενο τη συμμόρφωσή τους με τα προβλεπόμενα στον νόμο για την ανάρτηση των πράξεών τους στο διαδίκτυο «(…) διαπιστώθηκαν αποκλίσεις από την υποχρέωση αμελλητί ανάρτησης των πράξεων σε όλους τους φορείς. Οι ελεγχόμενοι φορείς επικαλέστηκαν τεχνικές δυσλειτουργίες του ιστοτόπου Διαύγεια, υπερβολικό φόρτο εργασίας καθώς και έλλειψη προσωπικού».

  • Ανάρτηση αποφάσεων σε μορφή εικόνας

Και εδώ τα όρια μεταξύ προχειρότητας και σκοπιμότητας είναι δυσδιάκριτα, καθώς όταν μία απόφαση είναι αναρτημένη σε μορφή εικόνας, τότε το περιεχόμενό της δεν είναι ανιχνεύσιμο από την αναζήτηση. Αν αυτό συνδυαστεί με λάθος καταχώριση μεταδεδομένων, τότε η εύρεση της συγκεκριμένης απόφασης είναι σαν να ψάχνεις ψύλλο στα άχυρα. Κι αυτό γιατί στη Διαύγεια, από τον Οκτώβριο του 2010 που ξεκίνησε η λειτουργία της μέχρι σήμερα, έχουν δημοσιευθεί περισσότερες από 25,2 εκατ. αποφάσεις, ενώ κάθε μέρα οι αναρτήσεις από τους συνολικά 4.589 φορείς μπορεί να ξεπερνούν τις 17.000-18.000.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη αναγνώσιμων αρχείων που αναρτώνται στη Διαύγεια –όπως είναι για παράδειγμα τα σκαναρισμένα έγγραφα– το υπουργείο Εσωτερικών τον Ιούνιο του 2016 εξέδωσε εγκύκλιο προς όλους τους φορείς του Δημοσίου, τονίζοντας ότι «είναι επιβεβλημένο κάθε φορέας που εξέδωσε και ανήρτησε πράξεις της εν λόγω κατηγορίας να προβαίνει στην άμεση επανανάρτησή τους(…)».

Από την ημερομηνία έκδοσης της εγκυκλίου έως σήμερα, μόλις 31 πράξεις έχουν επαναναρτηθεί σε αντικατάσταση μη αναγνώσιμου αρχείου.

Πάντως πλέον, όπως αναγράφεται στο site της Διαύγειας, «το σύστημα απορρίπτει όλα τα έγγραφα από τα οποία δεν μπορεί να εξάγει σχετική πληροφορία περιεχόμενου κειμένου (π.χ. έγγραφα τα οποία προέρχονται από διαδικασίες οπτικοποίησης [scanning] και αποθηκεύονται μεν με τη μορφή pdf αλλά περιέχουν στην ουσία φωτογραφίες)».

Ο Βαγγέλης Μπάνος το 2011 στο πλαίσιο του διδακτορικού του στα πληροφοριακά συστήματα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έφτιαξε την ΥπερΔιαύγεια με σκοπό να καλύψει τα τότε κενά της Διαύγειας. Το εργαλείο που δημιούργησε, αν και όπως λέει «δεν θα υπήρχε νόημα» να το φτιάξει, «αν η Διαύγεια υπήρχε από την αρχή στην σημερινή της μορφή», εξακολουθεί να υπερτερεί στην αναζήτηση παλιότερων αποφάσεων που είναι κωδικοποιημένες σε μορφή εικόνας, καθώς διαθέτει λειτουργία OCR (οπτική αναγνώριση χαρακτήρων).

Πλέον εργάζεται ως IT manager στο Ελληνικό Ινστιτούτο Μετρολογίας και, όπως εξηγεί, «εσωτερικά, σε κάθε φορέα, φαίνεται ποιος ανεβάζει την κάθε απόφαση στο σύστημα της Διαύγειας, όμως αν κάποιος χρήστης έχει αναρτήσει κάτι λανθασμένο ή παραπλανητικό, δεν υπάρχει καμία επίπτωση. Το σύστημα τεχνικά είναι πολύ καλό, όμως αν εγώ κάνω κακή χρήση δεν υπάρχει έλεγχος ούτε λογοδοσία».

Πράγματι, όπως προκύπτει και από το site της Διαύγειας, η λανθασμένη συμπλήρωση των μεταδεδομένων δεν φαίνεται να συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Υπάρχουν απλώς οι εξής δύο επισημάνσεις: «Προσοχή: Η ορθή συμπλήρωση των μεταδεδομένων είναι σημαντική για την αποτελεσματική αναζήτηση των εγγράφων από τους ενδιαφερόμενους και την ουσιαστική προώθηση της διαφάνειας» και «Εάν υπάρχει λάθος στα μεταδεδομένα μιας αναρτημένης πράξης, ο εκδότης της πράξης έχει την ευθύνη και οφείλει να απευθυνθεί στον διαχειριστή, για τη διόρθωση των λανθασμένων στοιχείων της πράξης».

Σύμφωνα με τον νόμο, «πειθαρχικό παράπτωμα για το όργανο που την εξέδωσε ή για τον υπάλληλο που έχει την ευθύνη για την ανάρτηση» συνιστά μόνο «η μη ανάρτηση ή η μη έγκαιρη ανάρτηση στο διαδίκτυο των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2».

Οι συμβάσεις άνω των 1.000 ευρώ

Εκτός από τη Διαύγεια, οι συμβάσεις του Δημοσίου που ξεπερνούν σε αξία τα 1.000 ευρώ, πρέπει πλέον να δημοσιεύονται και στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) με σκοπό «τη συλλογή, την επεξεργασία και τη δημοσιοποίηση στοιχείων αναφορικά με τις συμβάσεις (…) οι οποίες συνάπτονται γραπτώς, προφορικώς ή με ηλεκτρονικά μέσα από αναθέτουσες αρχές και κεντρικές αρχές αγορών (…) ανεξαρτήτως διαδικασίας ανάθεσης».

Τα προς καταχώριση στοιχεία είναι πιο λεπτομερή από αυτά που αναρτώνται στη Διαύγεια και αφορούν α) πρωτογενή αιτήματα, β) εγκεκριμένα αιτήματα, γ) προκηρύξεις/προσκλήσεις, δ) συμβάσεις (εάν έχουν καταρτισθεί εγγράφως) και ε) εντολές πληρωμών.

Το ΚΗΜΔΗΣ, αποτελεί μέρος του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) –μέσω του οποίου υποτίθεται ότι από 25 Ιουλίου θα έπρεπε να ξεκινήσουν και οι δημοπρασίες δημοσίων έργων, οι οποίες εξαιρούνταν μέχρι πρότινος με τη δικαιολογία ότι πρέπει πρώτα να δοκιμαστεί το σύστημα και να εκπαιδευτούν οι υπάλληλοι.

Από την πλευρά του επισκέπτη, η αναζήτηση στο site του ΚΗΜΔΗΣ είναι ιδιαίτερα δύσχρηστη και αρκετές φορές «κολλάει». Επίσης το ΚΗΜΔΗΣ δεν διαθέτει ανοικτά τα δεδομένα του (δεν ενημερώνονται σε πραγματικό χρόνο, ούτε μπορεί κανείς να τα κατεβάσει σε μηχαναγνώσιμη μορφή και να τα επεξεργαστεί), άρα δεν μπορούν να φτιαχτούν εφαρμογές (αντίστοιχες π.χ. με την ΥπερΔιαύγεια ή το PublicSpending.net), που θα τα αξιοποιήσουν ώστε να ρίξουν περισσότερο φως στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς.

Και στην περίπτωση του ΚΗΜΔΗΣ, όπως και στην περίπτωση της Διαύγειας, ο ανθρώπινος παράγοντας είναι καθοριστικός για τη διαφάνεια του συστήματος, καθώς σε περίπτωση που ο χειριστής δεν πληκτρολογήσει σωστά τα στοιχεία και τους κωδικούς των υλικών προς προμήθεια σε όλα τα στάδια της σύμβασης, δυσχεραίνεται η αποτελεσματική αναζήτησή της.

Ακόμη, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση πεπραγμένων του Σώματος Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, έχουν εντοπιστεί φορείς οι οποίοι κατά παράβαση του νόμου, δεν αναρτούν πράξεις στο σύστημα του ΚΗΜΔΗΣ. Ειδικότερα, το ΣΕΕΔΔ αναφέρει (σελ. 39):

«Από στοιχεία της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Τεχνικής Στήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Συμβάσεων και Προμηθειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου, προκύπτει ότι από τις 608 Σχολικές Επιτροπές που αναρτούν πράξεις στο “Πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ”, οι 145 έχουν παραλάβει κωδικό χρήστη για την ανάρτηση πράξεων στο ΚΗΜΔΗΣ, ενώ οι υπόλοιπες δεν διαθέτουν κωδικό χρήστη, οπότε δεν έχουν τη δυνατότητα να αναρτήσουν πράξεις(…)».

Επίσης, η ανωτέρω Υπηρεσία μας γνωστοποίησε ότι για το έτος 2015 έχουν αναρτηθεί συνολικά από όλες τις Σχολικές Επιτροπές 53 Αιτήματα, 11 Προκηρύξεις και 58 Συμβάσεις, αριθμοί ιδιαίτερα χαμηλοί σε σχέση με τις πραγματικές αναθέσεις εκτέλεσης έργων, προμήθειας αγαθών, παροχής υπηρεσιών κ.λπ., που πραγματοποιούν οι Σχολικές Επιτροπές ανά την Ελλάδα.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, από έλεγχο που έγινε στο ηλεκτρονικό αρχείο του ΚΗΜΔΗΣ, προέκυψε ότι από τις 14 Σχολικές Επιτροπές του Δήμου Αθηναίων (επτά Α΄βαθμιας και επτά Β΄βαθμιας εκπαίδευσης), καμιά δεν έχει προβεί σε ανάρτηση οιουδήποτε αιτήματος δαπάνης στο ΚΗΜΔΗΣ, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 4013/11, όπως ισχύει.

Το ίδιο ισχύει και για αποφάσεις δαπανών των Δ.Σ. ή των Προέδρων Σχολικών Επιτροπών ή των Διευθυντών σχολικών μονάδων, οι οποίες δεν έχουν αναρτηθεί στη Διαύγεια, κατά παράβαση του ν. 3861/10, όπως παρατηρήθηκε και επισημάνθηκε στην αρχικά ελεγχόμενη Σχολική Επιτροπή, η οποία κατόπιν των σχετικών επισημάνσεων του ΣΕΕΔΔ, προέβη στην καταχώρισή της στο ΚΗΜΔΗΣ με κωδικό χρήστη 53627.

Εκτός από τους παραπάνω φορείς, σημαντικές ελλείψεις και περιορισμένη ανταπόκριση από κρίσιμους φορείς της δημόσιας διοίκησης διαπιστώνει και η έκθεση του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης στη διάθεση και περαιτέρω χρήση ανοικτών δεδομένων μέσω της πλατφόρμας Data.gov.gr.

Οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα

Πέρα από τα δεδομένα των φορέων του Δημοσίου, σημαντικό έλλειμμα υπάρχει και στα στοιχεία δημοσιότητας των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, ρίχνοντας ένα πέπλο αδιαφάνειας.

Μέχρι και το 2014, κάθε Ανώνυμη Εταιρεία ή Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης ήταν υποχρεωμένη να δημοσιεύει στο ΦΕΚ (Εθνικό Τυπογραφείο) την πράξη σύστασης, τις οικονομικές καταστάσεις της, τις αλλαγές στη διοίκηση (εκλογή νέου Δ.Σ.) και τις τροποποιήσεις του καταστατικού της (π.χ. αλλαγή έδρας, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου) κ.ά. Με εγκύκλιο του τότε υπουργείου Ανάπτυξης, η υποχρέωση αυτή καταργήθηκε από 1/1/2015. Έκτοτε οι ΑΕ, οι ΕΠΕ και άλλες νομικές μορφές εταιρειών πρέπει να προβαίνουν στις σχετικές δημοσιεύσεις αποκλειστικά στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο Επιχειρήσεων (ΓΕΜΗ).

Τα οφέλη του να συγκεντρώνονται σε ένα σημείο (στο ΓΕΜΗ) όλα τα στοιχεία και η εξέλιξη κάθε μορφής εμπορικής οντότητας είναι σημαντικά. Όμως στην Ελλάδα η μετάβαση του 2015 έχει, μεταξύ άλλων, ως αποτέλεσμα για όσες εταιρείες δραστηριοποιούνταν και πριν το 2015, τα μισά τους έγγραφα να είναι αναρτημένα στο Εθνικό Τυπογραφείο και τα άλλα μισά στο ΓΕΜΗ, προκαλώντας σύγχυση σε όποιον ερευνά μία συγκεκριμένη εταιρεία.

Σημειώνεται ότι το τεύχος ΑΕ-ΕΠΕ ήταν από τα δημοφιλέστερα στο Εθνικό Τυπογραφείο. Επίσης, το Εθνικό Τυπογραφείο (παρότι δεν διαθέτει ανοικτά δεδομένα), εκτός από αναζήτηση με στοιχεία εταιρείας (επωνυμία, ΑΦΜ, αριθμό ΜΑΕ ή αριθμό ΓΕΜΗ), παρείχε την δυνατότητα αναζήτησης στο τεύχος ΑΕ-ΕΠΕ με λέξη-κλειδί.

Αυτό ουσιαστικά επέτρεπε, με την εισαγωγή του ΑΦΜ ενός φυσικού προσώπου, την εύρεση ατόμων που συμμετείχαν σε ένα ή περισσότερα Διοικητικά Συμβούλια εταιρειών, ή εμφανίζονταν ως μέτοχοι/εταίροι. Για παράδειγμα, με αυτόν τον τρόπο μπορούσε να βρει κανείς αν ένα όνομα που εμφανίζεται στο μετοχολόγιο ή στο Δ.Σ. ενός τηλεοπτικού σταθμού ή μίας κατασκευαστικής εταιρείας, μετέχει και σε κάποια άλλη εταιρεία με διαπλεκόμενο συμφέρον. Επίσης με τον ίδιο τρόπο, μπορούσαν να εντοπιστούν περιπτώσεις επιχειρηματιών που χρησιμοποιώντας τα ίδια πρόσωπα-συνεργάτες, ίδρυαν κατά συρροήν Α.Ε. συμφερόντων τους, για να… θολώσουν τα νερά.

Αν και η αναζήτηση με ελεύθερο πεδίο είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, η λειτουργία αυτή δεν είναι διαθέσιμη στην πλατφόρμα του ΓΕΜΗ. Εκεί ο μόνος τρόπος αναζήτησης είναι με αριθμό ΓΕΜΗ, ΑΦΜ, επωνυμία ή διακριτικό τίτλο της εταιρείας, επομένως τουλάχιστον για το κοινό το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, λειτουργεί πιο πολύ ως ευρετήριο επιχειρήσεων παρά ως μία ανοικτή βάση δεδομένων, όπως είναι το υποδειγματικό Companies House της Μεγάλης Βρετανίας.

Όμως ακόμη και αυτή η (συγκριτικά με το ΕΤ) περιορισμένη αναζήτηση είναι προβληματική. Ενδεικτικό είναι το εξής παράδειγμα: Η εκδοτική εταιρεία στην οποία ανήκει το inside story έχει την επωνυμία THE WHOLE STORY. Aν όμως στην αναζήτηση του ΓΕΜΗ παραλείψουμε το άρθρο και βάλουμε μέρος αυτής π.χ. WHOLE STORY, τότε δεν εμφανίζεται κανένα αποτέλεσμα!

Για να καταφέρουμε να βρούμε την συγκεκριμένη εταιρεία, πρέπει να πληκτρολογήσουμε την ακριβή επωνυμία της.

Η απουσία ελεύθερου πεδίου δεν επιτρέπει βέβαια ούτε την αναζήτηση μέσα στο περιεχόμενο των αναρτημένων pdf. Όμως, στην περίπτωση του ΓΕΜΗ, ακόμη κι αν υπήρχε αυτή η δυνατότητα, θα ήταν δώρον-άδωρον, καθώς πολύ μεγάλο μέρος των αρχείων αναρτώνται σε μορφή εικόνας. Ορισμένα από αυτά είναι μάλιστα τόσο κακοσκαναρισμένα, που για παράδειγμα οι σημειώσεις του ορκωτού λογιστή κάτω από τον ισολογισμό –που συχνά περιέχουν χρήσιμες πληροφορίες για την εταιρεία– να είναι στα όρια του μη αναγνώσιμου. Όπως προκύπτει και από τις οδηγίες ανάρτησης στο ΓΕΜΗ, δεν υπάρχει κάποια αυστηρή προδιαγραφή για τα προς ανάρτηση αρχεία.

 

 

«Το δημόσιο κομμάτι της επιχειρηματικότητας, όπως το σε ποιον ανήκει μία εταιρεία, δεν είναι ιδιωτική πληροφορία, δεν είναι προσωπικό δεδομένο. Στη λογιστική έχουμε συμφωνήσει στην ελάχιστη πληροφορία που πρέπει να μοιράζεται η εταιρεία για να εκπληρώνει τον δημόσιο ρόλο της. Οι βασικές πληροφορίες, όπως το τι οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζει μία εταιρεία, σε ποιον ανήκει και ποιες εταιρικές μεταβολές γίνονται, πρέπει να είναι αναρτημένες στο διαδίκτυο, αναζητήσιμες και μηχαναγνώσιμες. Οποιοδήποτε εμπόδιο μπαίνει, όπως στην περίπτωση του ΓΕΜΗ, δημιουργεί πρόβλημα», τονίζει ο Μιχάλης Βαφόπουλος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το βασικότερο εμπόδιο είναι η κουλτούρα που επικρατεί στην Ελλάδα. «Οι πολιτικοί υπεύθυνοι δεν έχουνε καταλάβει τι είναι, ούτε γιατί πρέπει να έχουμε ανοικτά δεδομένα. Πολλοί νομίζουν ότι μία ιστοσελίδα ισοδυναμεί με πρόσβαση ανοικτών δεδομένων, άρα έχουμε παρεξηγήσει το βασικό διακύβευμα».

Το άλλο μείζον ζήτημα που φαίνεται να λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις, είναι ότι μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων (εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 1 στις 4) δεν αναρτά οικονομικές καταστάσεις ή αυτές δημοσιεύονται στο ΓΕΜΗ με μεγάλη καθυστέρηση, στερώντας από την αγορά χρήσιμη πληροφόρηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Μαρινόπουλος, που είχε τρία χρόνια να δημοσιεύσει οικονομικά στοιχεία και προσκόμισε τους ισολογισμούς της για τα έτη 2012, 2013 και 2014 λίγο πριν καταθέσει της αίτηση υπαγωγής της στο άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα, πληρώνοντας αναδρομικά ως πρόστιμο μόλις 1.350 ευρώ!

Όπως αναφέρει ο Θόδωρος Καρούνος, «ο τρόπος με τον οποίον οργανώνεται και ασκείται η εξουσία στην Ελλάδα δεν είναι φιλικός προς τη διαφάνεια και κατ’ επέκταση προς οποιαδήποτε εφαρμογή που φέρνει διαφάνεια. Άρα υπάρχει μία “εχθρική” αντιμετώπιση από την ιεραρχία κάθε οργανισμού, γιατί η διαφάνεια υπονομεύει σε έναν βαθμό την εξουσία».

 

Πηγή άρθρου: https://insidestory.gr